Υπήρχε μια φορά στην κοίτη ενός μεγάλου, κρυστάλλινου ποταμιού,
ένα χωριό από ζωντανά όντα.
Το ποτάμι κυλούσε αθόρυβα τα νερά του πάνω από τα πλάσματα εκείνα
–νεαρά και γέρικα, πλούσια και φτωχά, καλά και κακά-
καθώς το ρεύμα ακολουθούσε το δικό του δρόμο,
ξέροντας μόνο το δικό του κρυστάλλινο εαυτό.
Κάθε πλάσμα με το δικό του τρόπο κρατιόταν γερά
στα φυτά και στους βράχους της κοίτης του ποταμιού,
αφού η προσκόλληση ήταν ο τρόπος ζωής τους
και η αντίσταση στο ρεύμα το μόνο που είχαν μάθει από τότε που γεννήθηκαν.
Μα, τελικά, ένα από τα πλάσματα αυτά είπε :
«Βαρέθηκα να ζω κολλημένο στο ίδιο σημείο.
Και παρόλο που δεν μπορώ να το δω με τα μάτια μου, έχω ωστόσο την πεποίθηση πως αυτό το ρεύμα ξέρει που πηγαίνει.
Θ’ αφεθώ να με παρασύρει κι ας με πάει όπου θέλει, γιατί αν μείνω εδώ προσκολλημένο θα πεθάνω από πλήξη».
Τα άλλα πλάσματα γέλασαν και του είπαν :
«Ανόητε, αν κάνεις αυτό που λες, αυτό το ρεύμα που σε μαγεύει θα σε κατατσακίσει πάνω στους βράχους
και θα σε σκοτώσει πολύ πιο γρήγορα από την πλήξη».
Εκείνο, όμως, δεν έδωσε σημασία και παίρνοντας βαθιά ανάσα
αφέθηκε να ξεκολλήσει από τη θέση του.
Και τότε το ρεύμα το αναποδογύρισε, και παρασύροντάς το
το ‘ριξε με δύναμη στα γειτονικά βράχια.
Μα καθώς εκείνο αρνήθηκε να ξαναπροσκολληθεί στα βράχια,
το ρεύμα το ανασήκωσε, ελευθερώνοντάς το από το βυθό,
κι ούτε ξανάπεσε ούτε ξανακτύπησε πουθενά.
Καθώς προχωρούσε με το ρεύμα, άλλα πλάσματα που δεν το ήξεραν, βλέποντας το φώναζαν :
«Θαύμα, θαύμα ! Ένα πλάσμα σαν κι εμάς κινείται ελεύθερο.
Ω, κοιτάτε, δέστε τον Μεσσία που έρχεται να μας σώσει !»
Κι εκείνο που ταξίδευε με το ρεύμα είπε :
«Δεν είμαι περισσότερο Μεσσίας από εσάς.
Το ποτάμι με χαρά μάς ελευθερώνει ανασηκώνοντάς μας από το βυθό, φτάνει να έχουμε εμείς την τόλμη να αφεθούμε σ’ αυτό.
Ο πραγματικός σκοπός της ζωής μας είναι αυτό το ταξίδι, αυτή η περιπέτεια».
Τ’ άλλα, ωστόσο, ολοένα και πιο πολύ φώναζαν αποκαλώντας το «Σωτήρα» ,
ενώ κρατιόνταν γερά προσκολλημένα στο υπόβαθρό τους
κι όταν ξαναγύρισαν να το κοιτάξουν,
εκείνο είχε φύγει αφήνοντάς τα να φτιάχνουν θρύλους για κάποιο «Σωτήρα».
... έγραψε κάποτε ο R. Bach
Η ώρα ήρθε.
Στο φωνάζει …
Οι Μεσσίες πέθαναν. Όλοι !
Έπαιξαν τον ρόλο τους και έφυγαν.
Τώρα είσαι μόνος σου …
Εσύ και το Είναι σου.
Θα πετάξεις το εισιτήριο που σου προσφέρεται ή θα σαλπάρεις για το ταξίδι της ζωής σου ;
Ότι πιο όμορφο έκανες ποτέ σου, ότι πιο συναρπαστικό θα μπορούσες να ζήσεις ποτέ σου στο κλάσμα της ύπαρξής σου στην απεραντότητα ενός ασύλληπτου Σύμπαντος …
Και ξέρεις κάτι ;
Σε περιμένει μια απίστευτα διασκεδαστική και παιχνιδιάρικη παρέα σε αυτό το ταξίδι !
Λοιπόν τι λες ;
Θα ξεκολλήσεις από το «βραχάκι» των πεποιθήσεων και ιδεοληψιών σου ή θα σαπίσεις σε μια … πλήξη ;
Δεν έχει άλλο τρόπο για να χαρεί κανείς αυτόν τον κόσμο, παρά να παίξει μαζί του.
ΑπάντησηΔιαγραφήΆσε που διαφορετικά δεν έχει πλάκα..
Παίζουμε;
Που ; Πότε ;
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπορεί να μη σου απάντησα στα "πού" και "πότε" σου, αλλά ελπίζω από τότε που έχουν γίνει τα ερωτήματα, να έχεις ευχαριστηθεί παιχνίδι. Είμαι, φαίνεται, οπαδός του "don't tell me, show me".
ΑπάντησηΔιαγραφήΑληθές καλή μου !
ΑπάντησηΔιαγραφή